16 Αυγούστου 2016

H ΘΑΛΑΣΣΙΝΗ ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΡΟΑΦΙΝΙΩΝ (παραθαλάσσια περιοχή Χλώρακας)

 Η λίμνη των Ροδαφινιών ήταν ένα εντυπωσιακό φυσικό αξιοθέατο, μια αλμυρή βαθιά λίμνη στην άκρη της ακτής η οποία συνδεόταν υπόγεια με τη θάλασσα και όταν είχε τρικυμίες η ορμή των κυμάτων που εισχωρούσαν μέσα δημιουργούσαν ένα υπόκωφο δυνατό θόρυβο και ένα υποχθόνιο βρυχηθμό, σημάδι κατά τους πρωτινούς, πριν έρθει η χειμωνιάτικη βροχή από τη μεριά του νότου.
Ήταν το μπουμπουνητό της θάλασσας όταν θύμωνε και αδυσώπητα χτυπούσε τα τοιχώματα της λίμνης σκάβοντας την όλο βαθύτερα κατά το πέρασμα των αιώνων, και κάθε φορά δημιουργώντας ένα σιντριβάνι από ατμοποιημένο νερό που σαν πυκνό σύννεφο εκτοξευόταν με δύναμη στην ατμόσφαιρα δημιουργώντας εντυπωσιακό θέαμα ίδιο με ηφαίστειο που ξερνά καπνό.
Υπήρχε για χιλιάδες χρόνια και πολλές ιστορίες υπάρχουν που εξιστορούν γεγονότα σαν παραμύθια που έχουν συμβεί εκεί, μέσα στην βαθιά λίμνη μέσα στα θεόρατα βράχια της ακτής της Χλώρακας. Ήταν ένας φυσικός πλούτος της κοινότητας, ένα υπέροχο αξιοθέατο, μια φυσική αλμυρή λίμνη δίπλα στη θάλασσα που όλοι οι κάτοικοι σαν παιδιά εκεί έπαιζαν τους πειρατές και όλες οι γενεές την είχαν σημείο αναφοράς.
Όλα τα παιδιά εκεί έμαθαν κολύμπι. Οι ψαράδες μάζευαν φτίρα για να ζημώσουν πασμό, και οι νεαροί τις νύχτες με πιροφάνι, μάζευαν αστακούς που ύπήρχαν πληθώρα μέσα στη θαλασσινή λίμνη.
Τώρα οι ξενοδόχοι την έχουν γεμίσει με μπάζα και θεόρατες πέτρες. Την έχουν κλείσει για να φτιάξουν παραλία να κάθονται οι τουρίστες να λιάζονται. Έχουν καταστρέψει το φυσικό περιβάλλον για το χρηματικό όφελος, χωρίς να νοιάζονται για το φυσικό όφελος.

Αλλά χειρότερη ευθύνη από τους ξενοδόχους, φέρουν οι Κοινοτικές και Επαρχιακές αρχές, καθώς και οι κάτοικοι της Χλώρακας που με τη σιωπή τους ή την ανοχή τους, επέτρεψαν να γίνει ένα τόσο μεγάλο κακό.

ΑΛΙΚΗ ΤΩΝ ΡΟΑΦΙΝΙΩΝ (παραθαλάσσια περιοχή Χλώρακας)

Η Αλική των Ροαφινιών είναι ένα μικρό ακρωτήριο ανάμεσα στα Ροδαφινια και στο Δημμα. Είναι χαμηλός τόπος στο ύψος της θάλασσας που όταν έχει τρικυμία η θάλασσα βγαίνει έξω, και ύστερα το νερό που μένει εξατμίζεται, παράγοντας καθαρό άλικο αλάτι. Είναι δηλαδή μια μικρή Αλική, η δεύτερη στη Χλώρακα, στην οποία οι κάτοικοι αθρόα προσέτρεχαν για να μαζέψουν αλάτι.
Τους καιρούς της Αγγλοκρατίας, το μάζεμα αλατιού απαγορευόταν θέλοντας τοιουτοτρόπως οι Αποικιοκρατικές αρχές να έχουν έσοδα από την πώληση του άλατος που εξόρυσσαν από την Αλική της Λάρνακας. Γι αυτό είχαν διορισμένους Αλικάτωρες οι οποίοι φύλασσαν τις ακτές, και όποιον παραβάτη τον συνελάμβαναν, ή τον κατάγγελλαν επιβάλλοντας του βαριά χρηματικά πρόστιμα. Ήταν τόσο βαριά τα προστίματα αλλά και τόσο αναγκαίο το αλάτι, που οι κάτοικοι μαζεύοντας το, προσπαθούσαν παντοιοτρόπως να μην συλλαμβάνονται.
Μια φορά η Μαρίκα κόρη του Χριστόδουλου Αζίνα, πιάστηκε επ αυτοφώρω από έναν Αλικάτωρα τον Σαβαώ ο οποίος καταγόταν από τη Τσάδα. Θέλοντας να γλυτώσει, έβγαλε τα ρούχα της και με το μακρύ υποκάμισο (μισοφόρι) που φορούσε, ξάπλωσε σε μια μεγάλη λάντα με θαλασσινό νερό, θέλοντας να τον αποτρέψει να πλησιάσει όντας γυμνή, καθώς εκείνους τους καιρούς η ηθική τιμή ήταν πρώτιστος άγραφος νόμος, και όποιος δεν τη σεβόταν, την πλήρωνε πολύ ακριβά.
Ο Σαβαώς όμως δεν σεβάστηκε μια ηλικιωμένη γυναίκα που έκανε μπάνιο, και πλησιάζοντας ζήτησε τα στοιχεία της να την καταγγείλει. Η καημένη γυναίκα του είπε ένα ψεύτικο όνομα ελπίζοντας να τον ξεγελάσει. Και αυτός πονηρός, της είπε πως το δείλης θα πήγαινε πάνω στο χωριό να διαπιστώσει την αλήθεια καθώς το χωριό ήταν πολύ μικρό και η εξακρίβωση περί της αληθείας των στοιχείων της θα ήταν εύκολη.
Φοβισμένη και απελπισμένη για το κακό που τη βρήκε, η Μαρίκα επέστρεψε στο χωριό.
Στο δρόμο συνάντησε τον Συμεών Λιασίδη ένα στενό συγγενή της, και του είπε τα κακά της μαντάτα. Μα ο Συμεών ένας πονηρός και σιεϊττάνης νεαρός, της είπε να μην ανησυχεί και θα διορθώσει το κακό.
Ροβόλησε το λοιπόν προς τη θάλασσα και βρήκε τον κακό Αλικάτωρα. Ο Συμεώς είχε μεγάλη ρώμη και κανείς δεν τον έφτανε στη δύναμη. Άρπαξε λοιπόν τον Σαβαώ και τον έσπασε στο ξύλο λέγοντας του πώς ενόχλησε μια συγγένισσα του η οποία γυμνή, έκανε μπάνιο στη θάλασσα. Έμεινε το ξύλο στο Σαβαώ και δεν τόλμησε να καταγγείλει τη Μαρίκα, γιατί δεν θα γινόταν πιστευτός, αφού θα επικρεμμόταν εναντίον του η κατηγορία για σεξουαλική παρενόχληση, κατηγορία την οποία και οι Άγγλοι δικαστές τιμωρούσαν βαρέως.

Σε λίγο καιρό ο Σαβαώς βρέθηκε πεθαμένος σε μια παραλία της Πέγειας. Τρία αδέρφια βοσκοί που είχαν μεγάλη ανάγκη το άλας για να κάνουν τα χαλούμια τους, και επειδή ο Σαβαώς τους κυνηγούσε, αυτοί του έστησαν καρτέρι και με μανίκια υποκαμίσων γεμάτα άμμο, τον χτύπησαν στο στομάχι μέχρι θανάτου, χωρίς να φαίνονται σημάδια στο κορμί του, έτσι που φάνηκε πώς πέθανε από φυσικό θάνατο.