30 Αυγούστου 2014

Τον παλαιό καιρό μια φορά

Ένας καλός Βασιλιάς σκέφτηκε να πράξει πονηρά, και με έναν έξυπνο τρόπο να γνωρίσει την κουλτούρα των υπηκόων του.
Έστειλε το λοιπόν ένα κατάσκοπο και τοποθέτησε ένα μεγάλο βράχο στη μέση ενός δρόμου, έτσι που κάπως να εμποδίζει τους περαστικούς. Κατόπιν κρύφτηκε σε μια παρακείμενη συστάδα θάμνων με σκοπό να παρακολουθήσει την συμπεριφορά των περαστικών. Αν δηλαδή θα είχαν τη καλή διάθεση να απομακρύνουν τον βράχο και διάπλατα να ελευθερώσουν το δρόμο.
Από το σημείο εκείνο πέρασαν ορισμένοι από τους πλουσιότερους εμπόρους και αυλικούς του βασιλέως, αλλά όλοι περπάτησαν γύρω από τον βράχο αποφεύγωντας τον, χωρις κανείς να μπει στον κόπο να τον μετακινήσει. Πολλοί μάλιστα κατηγορούσαν τον βασιλιά που δεν φρόντιζε να κρατά τον δρόμο καθαρό, αλλά κανείς δεν έκανε τίποτα για να βγάλει τον βράχο από τη μέση.

Πέρασε από εκεί και ένας χωρικός που κουβαλούσε ένα φορτίο με λαχανικά. Πλησίασε τον βράχο, άφησε κάτω το φορτίο του και προσπάθησε να τον μετακινήσει στην άκρη του δρόμου. Μετά από πολύ κόπο, τα κατάφερε. Τότε με έκπληξη παρατήρησε ότι στο σημείο που ήταν πριν ο βράχος, υπήρχε ένα πορτοφόλι που μέσα περιείχε χρυσά φλουριά και ένα σημείωμα από τον βασιλιά που έγραφε ότι το χρυσάφι ανήκει σε εκείνον που θα μετακινούσε τον βράχο από τον δρόμο.

Πηγή: www.eikonografies.gr