12 Αυγούστου 2016

ΚΟΤΣΙΑΣ (παραθαλάσσια περιοχή στη Χλώρακα)

 Η παραλία του Κοτσιά είναι ένας μεγάλος κόλπος με σκεπασμένη την παραλία με τόνους άμμου, τον οποίο ξεβράζει συνεχώς η θάλασσα. Έτσι πήρε και το όνομα, από την  παλιά λέξη "κοτσιώ" που σημαίνει σπέρνω, δηλαδή ήθελαν να πουν ότι η θάλασσα έσπερνε συνέχεια άμμο.
Οι παλιοί χωριανοί έλεγαν ότι άμα είχε πολλή τρικυμία και δεν έβγαζε άμμο, ήταν γιατί τα δυνατά ρεύματα παρέσερναν την άμμο στα βαθιά. Όταν αυτό συμβαίνει, και ταυτόχρονα οι τσιακκίλες που είναι απλωμένες κατά μυριάδες στην παραλία χτυπούν αναμεταξύ τους  από τα κύματα που τις ανακατώνουν, ακούεται ένας υποχθόνιος θόρυβος που φτάνει η βουή του πολύ δυνατή ως πάνω στο χωριό, αυτό είναι σημάδι για επερχόμενες καλοκαιρίες.

Επίσης στην παραλία του Κοτσιά βλαστούν τα κρίνα του γιαλού, ένα είδος άγριου λουλουδιού που κινδυνεύει για εξαφάνιση. Είναι προστατευόμενα γιατί για να βλαστήσει ένα φυτό χρειάζονται 5 χρόνια. Βλαστούν λίγα φυτά στη Χλώρακα, και ύστερα τα συναντάμε στον Ακάμα και στον Πύργο Τηλλυρίας.
Τα θαλασσινά κρίνα είναι τα σύμβολα  της Θεϊκής δημιουργίας και της επιθυμίας των ανθρώπων για την τελειότητα. Είναι λευκά μεγάλα λουλούδια που ξεφυτρώνουν ανθοβολώντας μέσα στη στεγνή έρημη γη, με ένα μοναδικό μεθυστικό άρωμα, κυρίως όταν βραδιάζει. 

Μια ιστορία λέει πώς, μια φορά ένας νέος ψαράς με τη βάρκα του που ξανοιγόταν τις νύχτες στα βαθιά για να ρίξει τα δίχτυα του, κατά τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη μια χρονιά, όταν έπλεε δυτικά της Χλώρακας, μέσα στις σκοτεινές νύχτες έβλεπε να λαμπιρίζει ένα φως έξω στη στεριά στη μεριά του Κοτσιά, που τον μαγνήτιζε και τον καλούσε. Αρκετές φορές έσυρε τα κουπιά και βγήκε στη στεριά, αλλά κάθε φορά, το λαμπύρισμα έσβηνε.
Αποφάσισε λοιπόν μια φορά, να πάει από το δείλη να παραφυλάξει, να διαπιστώσει για το φως που ένιωθε πως του είχε κάνει μάγια.
Όταν έδυσε ο ήλιος και το σκοτάδι σκέπασε την πλάση, είδε μια όμορφη κοπελιά να ροβολά την παραλία με ένα φανάρι στο χέρι που με το βάδισμα της το φως κουνιόταν και έδειχνε από μακριά να λαμπιρίζει.
Ήταν μια χωριατοπούλα από πάνω στο χωριό, που ερχόταν τα βράδια να απολαύσει τις ευωδιές από τα κρίνα της θάλασσας καθώς όταν έπεφτε η νύχτα ανάδυαν μια περίσσια μυρωδιά, απόλαυση της όσφρησης και των ‘αλλων αισθήσεων.

Γνώρισε λοιπόν μ αυτό τον τρόπο την όμορφη κοπέλα, και ήτανε γραφτό τους τοιουτοτρόπως να αγαπηθούν και να παντρευτεί, και να μείνει ο τρόπος γνωριμίας τους σαν παραμύθι να λέγεται στα μικρά παιδιά.