13 Αυγούστου 2013

ΣΑΒΒΑΣ ΤΤΟΟΥΛΙΑΣ, Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΑΛΑΙΣΤΗΣ

Ο Χαράλαμπος Τοουλιάς πρώην εκπαιδευτικός και νυν ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «ΗΛΙΟΣ» στη Χλώρακα, αναπολώντας το παρελθόν στρέφει το μυαλό του πίσω στα παλιά και ενθυμείται ιστορίες που του έλεγε ο παππούς του. Ενθυμείται που του έλεγε για τη σωματική ρώμη που είχαν όλοι της οικογένειας, αλλά προπάντων για τη μεγάλη δύναμη που είχε ένας εκ των προγονών τους ο Σάββας το παλικάρι, όπως τον φώναζαν. Ήταν πολύ δυνατός, που μια φορά όταν τον έστειλε ο πατέρας του να πάρει το γαϊδούρι τους κάτω στους αγρούς για να βοσκήσει και το έπιασε το γαϊδουρινό γινάτι και δεν περπατούσε, αυτός θύμωσε και το άρπαξε στα χέρια, το φορτώθηκε, και το κουβάλησε στους ώμους. Από μικρό παιδί είχε μεγάλη φυσική δύναμη που την όφειλε στα γονίδια της οικογένειας. Ο πατέρας του και ο παππούς του ήταν και αυτοί δυνατοί, σωστά λιοντάρια.
Από την Κισσόνεργα καταγόταν ο πρώτος πρόγονος που έφερε το επίθετο Ττοουλιάς, επίθετο το οποίον προήλθε από το μικρό του όνομα ως Χριστόδουλος - Ττοουλής - Ττοουλιάς, παρατσούκλι που έμεινε σαν επώνυμο επίθετο και στις επόμενες γενιές έως σήμερα. Ήταν  μεγαλόσωμος με πολλή δύναμη και δυνατό σωματικό σκαρί, χαρακτηριστικά που φέρουν αρκετοί απόγονοι του που επίσης διακρίνονται για τη μεγάλη σωματική τους δύναμη.
Οι πληροφορίες φέρουν δυο από τα παιδιά του να μετοικεί ένας στη Χλώρακα και άλλος στην Αυγόρου.
Στην Αυγόρου μετανάστευσε από μικρό παιδί ο Γεώργιος που πήγε δουλειά σαν μισταρκός και όταν μεγάλωσε παντρεύτηκε και δημιούργησε οικογένεια εκεί. Ένα από τα παιδιά του ο Χριστόδουλος παντρεύτηκε στην Άχνα και έκαμε πέντε παιδιά τους Γιαννή, Δέσποινα, Γεώργιο, Κυριάκο, και Σάββα. Οι τελευταίοι τρεις μετανάστευσαν στην Αμερική όπου έζησαν και οι απόγονοι τους ευρίσκονται εκεί.
Εκ των τριών μεταναστών, ο Σάββας ήταν παλικάρι και είχε τεράστια σωματική δύναμη. Ήταν άφοβος και ανίκητος, έτσι που φυσιολογικά κατέληξε να γίνει επαγγελματίας παλαιστής. Ανακάλυψε ένα προπονητήριο όπου μπορούσε να παλεύει. Αφοσιώθηκε με μανία στην προπόνηση, και γρήγορα με τον καιρό κέρδισε πολλούς αγώνες. Τον καλούσαν σε όλες τις πολιτείες της Αμερικής όπου έγινε πολύ γνωστός. Είχε αποκτήσει φήμη και γνώρισε μεγάλη δόξα, ήταν πάντα ο νικητής και μεγάλα στοιχήματα παίζονταν υπέρ του. Κέρδισε πολλά χρήματα, που όμως δεν τα λογάριασε. Το χειροκρότημα των θεατών ήταν η μεγαλύτερη του ανταμοιβή.
Όμως όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο και περισσότερο στην Αμερική, στις δουλειές αυτές όπου διακινούνται τεράστια ποσά χρημάτων, τον έλεγχο κάθε μεγάλης νίκης πάντα τον έχουν άνθρωποι του υποκόσμου. Με διάφορους τρόπους πάντα καταφέρνουν να γίνεται αυτό που τους συμφέρει. Είναι τόσο ασύλληπτα τα ποσά χρημάτων που διακινούνται στα στοιχήματα που περιπλέκονται στο συνδικάτο της διαχείρισης των αποτελεσμάτων κάθε αγώνος, που  οι άνθρωποι και οι πέριξ αυτών που τα διαχειρίζονται, δρουν παράνομα και ανενόχλητα χωρίς η δικαιοσύνη να μπορεί να τους ακουμπήσει. Κανονίζουν τα αποτελέσματα με ένα τους λόγο και προωθούν στον πρωταθλητισμό όσους αυτοί και μόνον αποφάσιζουν, ασχέτως εαν αξίζουν πραγματικώς.
Ο Κύπριος παλαιστής Σάββας Τουουλιάς είχε τα φόντα για μια σπουδαία καριέρα εκεί στη μακρινή ήπειρο της νέας γης όπου η μια νίκη του διαδεχόταν την άλλη, σημάδι βέβαιο πως θα κατακτούσε την πρωτιά. Με αισθήματα πατριωτισμού να τον διακατέχουν, είχε μια μεγάλη επιθυμία στην καρδιά, ήθελε να κάμει το όνομα του και την άγνωστη μικρή πατρίδα του φημισμένα και ξακουστά ονόματα εκεί στη μεγάλη χώρα. Σύντομα το όνομα του έγινε αρκετά γνωστό, και τα χρήματα γέμιζαν τις τσέπες του, παρ όλο που δεν τον ενδιέφεραν τόσο αυτά, όσο η προσωπική του δόξα. Δεν δέχτηκε συμβιβασμούς, ούτε υπέκυψε σε εκβιασμούς, ήταν όμως αυτό αιτία να τον σκοτώσουν, να τον δολοφονήσουν.
Ήταν ένας αγώνας πάλης, ένα παιχνίδι στημένο που εάν τελεσφορούσε θα επέφερε πολλά εκατομμύρια κέρδη χρημάτων στους ανθρώπους της μαφίας που κυριαρχούσαν και εκβίαζαν, που δωροδοκούσαν ή τιμωρούσαν ή και δολοφονούσαν για παραδειγματισμό εάν χρειαζόταν. Που είχαν καταντήσει τα αθλήματα κυρίως  της πάλης και του μποξ, καθαρά παράνομες κερδοσκοπικές επιχειρήσεις που προκαθορίζονταν τα αποτελέσματα από τους νονούς με απώτερο καθαρό σκοπό το οικονομικό όφελος από τα στοιχήματα.
Γι αυτό όταν ο Σάββας Ττοουλιάς δεν υπάκουσε στην προσταγή τους, αυτοί θεώρησαν πως αυτός ο ασήμαντος ανθρωπάκος από ένα άγνωστο μέρος του κόσμου, έπρεπε να τιμωρηθεί και να γίνει μικρό παράδειγμα για τους υπόλοιπους συναδέλφους του, ώστε να υπακούν στο σύστημα που είχαν δημιουργήσει και που αποτελείτο από μπράβους και δολοφόνους, αλλά και «καθώς πρέπει» ανθρώπους της κοινωνικής και πολιτικής ελίτ.
Έτσι όταν αντί να ηττηθεί στον αγώνα όπως είχε λάβει προσταγή αυτός νίκησε, η καταδίκη του είχε προδιαγραφεί. Η διαταγή δόθηκε και ο παλαιστής με το λαμπρό μέλλον διαγράφηκε δια παντός από τους αγώνες, βρέθηκε σκοτωμένος σε μια γωνιά του δρόμου ένα πρωί ξημέρωμα από την αστυνομία. Είχε δολοφονηθεί ένα δείλις αργά ενώ επέστρεφε στο ξενοδοχείο που διέμενε, με τρόπο ενδεικτικό και επιδεικτικό που φανέρωνε τους λόγους του άδικου σκοτωμού.

Υ.Γ. Συγγενείς του μεγάλου παλαιστή Σάββα Ττοουλιά σήμερα ευρίσκονται στην Αυγόρου, στην Άχνα, στη Λευκωσία, στη Λεμεσό, στη Κισσόνεργα, στη Χλώρακα, και τα τελευταία χρόνια με το μηδενισμό των αποστάσεων, σε όλη την Κύπρο και ακόμα παραπέρα.

Στη Χλώρακα έζησε ο Σάββας που παντρεύτηκε την Δεσποινού αδερφή του Μουχτάρη της Χλώρακας Χριστόδουλου Αζίνα. Απόγονοι τους ήταν οι Θεόδωρος (Τριανταφύλλης), Χαράλαμπος, Νικόλας (Εύζωνας), Καλλιστένη και Αγαθονίκη.
Ο Θεόδωρος ειχε απογόνους τους Χριστόδουλο, Χαμπή (Χαμπιάς) και Ανδρέα.
Ο Χαράλαμπος έκαμε απογόνους τους Νικόλα (Νικολάτσιη), Χριστόφορο (Ττόφας), Χριστόδουλο (Πάρπας), τον Γιωρκή (Κορκής), και την Μαρουλλα Μενελάου Μελιου.
Ο Νικόλας Εύζωνας έκαμε απογόνους τους Μιχάλη, Χριστάκη, Ανδρέα, Θέκλα, Παναγιώτα, Μαρία, Αγγελική και Λυδία.
Η Αγαθονίκη παντρεύτηκε στη Γεροσκήπου και έκαμε απόγονους τη Μαρία Σιαμμά Μαυρονικόλα, το Φιλιππο (υπασπιστής του Μητροπολίτη Πάφου Φώτιου) και το Γιώργο Κούπανο.
Η Καλλιστενη παντρευτηκε το Αντωνούϊ (Κολόιδο) και έκαμαν παιδια τους οι Νικόλα (Πίνος), Χριστόδουλο, Κατίνα, Γιώρκο (Κκελούϊ), Μιχάλη Κέρβερο και Παναγιωτού Χάμπου Πούρνελλου.


ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ