13 Αυγούστου 2013

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΣΠΗΛΙΑΣ

Πραγματικη ιστορία
Ο Χριστόδουλος Αζίνας ήταν εγγονός του Χριστόδουλου Μίτζιη αντάρτη και ήρωα της εξέγερσης ενάντια στους Τούρκους το 1833. Διετέλεσε Μουχτάρης στη Χλώρακα το 1923 έως το 1932. Πήρε το παρατσούκλι Αζίνας γιατί σαν κοινοτάρχης ήταν πολύ αυστηρός και επέβαλλε ποινές στους κατοίκους για μικροπαραβάεις, τιμωρίες «φωτιά». Κατά άλλους του κόλλησαν το παρατσούκλι γιατί  στις κινήσεις του ήταν γρήγορος και σβέλτος όπως μια αζίνα φωτιάς.

Η ιστορία εξιστορεί ένα γεγονός που θα ήταν ασήμαντο και πολλοί θα έλεγαν της φαντασίας περιστατικό, που καταδικνειει όμως την αλήθεια περί ενός λαϊκού μύθου που για αιώνες διαδίδεται ως αληθινή δοξασία την οποίαν πολλοί πιστεύουν και με την οποία πολλοί αρχαιολόγοι και κυνηγοί θησαυρών έχουν ασχοληθεί κατά καιρούς.

Ένα καλοκαιρινό βράδυ ενωρίς όπου ο ήλιος έδυε στον κοντινό ορίζοντα της θάλασσας της Χλώρακας, ενώ ο Αζίνας επέστρεφε από το καφενείο για το σπίτι του, είδε μια μεγάλη λάμψη σαν του ήλιου, να βγαίνει και να φωτίζει άπλετα το σύθαμπο του δειλινού, στην περιοχή των «Κλούνων». Ήταν μια απίστευτα λαμπερή λάμψη που θάμπωνε τα μάτια του, και έδειχνε να βγαίνει από τα βάθη του γκρεμμού και να φέγγει πιότερο από τον ήλιο. Ένιωσε μια κατήφεια στη σκέψη και μια εσωτερική έλξη να πηγάζει από άγνωστες δυνάμεις και παρορμητικά να τον καθοδηγούν προς το μέρος εκείνο. Έσυρε το βήμα του βιαστικά, και σχεδόν τρέχοντας για να προλάβει ίσως το κάλεμα της πύρινης φωτιάς, σκουντουφλώντας στις πέτρες και στις άγριες σχοινιές που βλάσταιναν παντού, έφτασε στους Κλούνους και στάθηκε στην άκρια του γκρεμνού που από κάτω απλωνόταν κατάφυτη πυκνή άγρια βλάστηση, και από μέσα έβγαινε η μεγάλη έκθαμβη λάμψη. Μια χρυσή φωτιά, μια όμορφη και μαγευτική λάμψη που τον μαγνήτισε και οδήγησε τα βήματα του εκεί.
Κυριευμένος από άγνωστες ερινύες που τον καθοδηγούσαν, ήταν έτοιμος να δρασκελίσει τον γκρεμνό και να βουτήξει μέσα στη μεγάλη λάμψη που διαχυόταν από κάτω προς τα πάνω, να ριχτεί μέσα της και να λουστεί στο χρυσαφένιο φως που έβγαινε από τα βάθη της γης.
Δια μιας όμως, το φως έσβησε και χάθηκε το ίδιο απότομα όπως είχε εμφανιστεί. Ο Αζίνας ξύπνησε από το λήθαργο και βρήκε τον εαυτό του έτοιμο για το μεγάλο σάλτο, το μεγάλο πήδημα που θα τον οδηγούσε στα βάθη του γκρεμνού, στο βέβαιο θάνατο.

Κούνησε το κεφάλι πέρα δώθεν, και εκστατικός δόξασε το θεό που τον γλύτωσε. Ο νους του πήγε στις συναφορές που άκουγε από τους γέρους του χωριού, που μίλαγαν για το σπήλαιο της Αγίας Μαρίνας. Για ένα θεόρατο κτίριο γεμάτο χρυσάφι από τάματα στην θαυματουργή Αγία που είχαν κτίσει το εκκλησάκι της εκεί άνθρωποι πιστοί Χριστιανοί, αλλά που θάφτηκε και χάθηκε μέσα στη γη κατά τον μεγάλο σεισμό του 1943. Και από τότες λένε οι άνθρωποι, ότι στην περιοχή αυτή, στο τρίγωνο ανάμεσα της εκκλησιάς του Αγίου Στεφάνου της Λέμπας και της εκκλησιάς του Μιχαήλ Αρχάγγελου στη Χλώρακα, υπάρχει η σπηλιά μέσα στη γη γεμάτη με χρυσάφι αμύθητης  αξίας. Είναι το χρυσάφι της Αγίας Μαρίνας που το έχει η Αγία ταγμένο να χρησιμοποιηθεί σε χρόνια και καιρούς όταν θα έρθει η ώρα για το λευτέρωμα της Πόλης, -λένε οι φανατικοί πιστοί-
Και αν βρεθεί λένε, για να ξοδευτεί θα χρειαστεί να περάσουν αιώνες, ώστε να περάσουν πλούσια και καλά όλοι οι κάτοικοι στο νησί της Κύπρου. Ακόμα λένε ότι το στόμιο της σπηλιάς ανοίγει μια φορά κάθε εφτά χρόνια και παραμένει ανοιχτό ελάχιστες στιγμές και αμέσως ξανακλείνει. Και ο πρώτος που θα  προλάβει να μπει μέσα και να αντικρύσει το εσωτερικό της σπηλιάς, μόλις που θα προλάβει να δεί τα πλούτη, και θα πεθάνει στη στιγμή. Είναι μια κατάρα που υπάρχει ώστε να προστατευτούν τα αμύθητα πλούτη στον αιώνα τον άπαντα, έως το πλήρωμα του χρόνου όπως ίσως έταξε ο ίδιος ο Θεός. 

Κάποιοι γέροντες ισχυρίζονται πως το χρυσό σπήλαιο δεν είναι γεμάτο με θησαυρούς της Αγίας Μαρίνας, αλλά μέσα ευρίσκεται η χρυσή άμαξα της Ρήγαινας των Παλαιοκάστρων που κυβερνούσε την Πάφο τα παλαιότερα χρόνια όπου Σαρακηνοί πειρατές κατέπλεαν στις ακτές για πλιάτσικο, και άλλοι πως μέσα ευρίσκεται η χρυσή άμαξα της Αφροδίτης την οποία οι κάτοικοι έκρυψαν για να μην την αρπάξουν λάφυρο οι οχτροί.
Ηταν μια χρονικη περιοδος που οι κάτοικοι για να γλυτώνουν τις περιουσίες τους και τις ζωές τους από επιδρομεις πειρατες, έκτιζαν τις καλύβες τους σε υψώματα και κατόπτευαν τη θαλασσα ώστε όταν έβλεπαν στα βάθη της να πλέουν άπιστοι σαρακηνοί, έκρυβαν τα υπάρχοντα τους σε κρυψώνες και σπηλιές που είχαν έτοιμες γι αυτές τις περιπτώσεις.
Παρακάτω από τους ψηλούς γκρεμμούς κοντά στη θάλασσα, ήταν μια χωμάτινη στράτα που οδηγούσε στα λουτρά της Αφροδίτης, που όπως λέει ο τοπικός μύθος την διάβαινε με τη χρυσή της άμαξα η Ρήγαινα καθώς και στα αρχαιότερα χρόνια η Θεά Αφροδίτη πηγαίνοντας στην Πόλη της Χρυσοχούς όπου λούζονταν στα ξακουστά ιαματικά λουτρά που βρίσκονται εκεί.
Όταν μια μέρα η Ρήγαινα θεά Αφροδίτη περνούσε στη στράτα, φάνηκαν από τα πελάη οι πειρατές να πλέουν κατά τις ακτές της Χλώρακας, οπότε η βασίλισσα πρόσταξε τους χωρικούς να κρύψουν τη χρυσή αμαξά της για να μην την αρπάξουν οι Σαρακηνοί.
Την άμαξα την έκρυψαν μέσα σε μια σπηλιά και γλύτωσε, και από τότες έμεινε καλά κρυμμένη και ανεύρετη καθώς η σπηλιά δεν ξαναβρέθηκε.

Η φήμες όμως έπαιρναν και έφερναν, με αποτέλεσμα πολλοί Αρχαιολόγοι και κυνηγοί θησαυρών, Κύπριοι και από άλλες χώρες, ήρθαν στα μέρη της Χλώρακας και έκαμαν ανασκαφές και εκσκαφές, όμως τίποτα χρυσό δεν βρέθηκε, και από τότε έμεινε η ιστορία σαν παραμύθι που λένε στα παιδιά.