31 Μαρτίου 2021
17 Μαρτίου 2021
ΚΑΡΔΑΡΙ, ΚΑΡΤΟΣ, ΚΑΟΣ ΓΑΛΑΤΟΥ ΚΑΙ ΓΑΛΕΥΤΗΡΙ
Η λέξη κάος ή κάρτος ή καρδάρι χρησιμοποιείται από τους κτηνοτρόφους για τη μεταφορά του γάλακτος μετά το άρμεγμα των ζώων.
Το μικρό δοχείο με ένα χερούλι πίσω από το στόμιο μέσα
στο οποίο συγκεντρώνεται το γάλα κατά το άρμεγμα ονομάζεται καρδάρι και
χωρεί δύο οκάδες, ενώ το μεγαλύτερο δοχείο με δύο χερούλια ονομάζεται καρδάρα.
Είναι στρογγυλό σκεύος κατασκευασμένο στα παλιά χρόνια από ξύλο, ύστερα από λαμαρίνα γαλβάνιζέ ή ορειχάλκου, και τέλος στις σημερινές μέρες από stainless steel.
Μετά το κοπιώδες άρμεγμα των ζώων τα πρωινά που άρχιζε στις 5.00 το πρωί και πιο ενωρίς, γέμιζαν αυτά τα αγγεία που τα λέγανε κάρτους, τα φόρτωναν σε γαϊδούρια και τα μετέφεραν στο σπίτι για την κατασκευή χαλουμιών
και τυριών, ή στους εμπόρους για πούλημα.
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ
ΚΑΡΔΑΡΙ
''Κλότσησε την καρδάρα με το γάλα''
ή
"μη την εν τη παροιμία μιμείσθαι βουν μηδ' ο ημέλχθη γάλα λακτίσαντα
εκχέαι"
Παροιμίες που λέμε συνήθως για το
τέλος μιας επιτυχημένης προσπάθειας μέχρι όμως… να χυθεί το γάλα,
Δηλαδή παρομοιάζει τον κόπο του
βοσκού ώσπου να γαλέψει τις αίγες και στο τέλος με μια κλωτσιά, μια εκ των
αιγών χύνει όλο το γάλα και έτσι πάει στράφι όλος ο κόπος του βοσκού.
ΓΑΛΕΥΤΗΡΙ
Το Γαλευτήριν ειναι δοχείο μέσα στο οποίο αρμέγουν οι βοσκοί τα αιγοπρόβατα.
Είναι συνήθως πύλινο ή τσίγγινο κυλινδρικό δοχείο ύψους περίπου 30
εκατοστομέτρων με μια διαγώνια κυλινδρική εξοχή για να αδειάζεται πιο εύκολα το
γάλα.
12 Μαρτίου 2021
Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΤΗΣ ΣΤΗ ΧΛΩΡΑΚΑ
Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΤΗΣ
Η Φορολογία της δεκάτης στη Κύπρο κατ
αρχάς ξεκίνησε επί Φραγκοκρατίας, αλλά κυρίως επί Οθωμανοκρατίας, κατάντησε καταχρηστική
και μάστιγα. Με βάση αυτή τη φορολογία ο κάθε παραγωγός πλήρωνε ως φόρο στις
Αρχές το ένα δέκατο της παραγωγής του. Εφαρμόστηκε επί της
γεωργικής παραγωγής, γιατί λόγω της αρχέγονης μορφής της οικονομίας, εθεωρείτο σχεδόν
ως η μόνη πηγή εισοδήματος
Η δεκάτη κρινόταν ως ένα άδικο και καταπιεστικό μέτρο.
Μια πρώτη εξέγερση με εκδηλώθηκε από τον Ρε Αλέξη επί Φραγκοκρατίας.
Οι αντιδράσεις εντάθηκαν επί Οθωμανικής περιόδου. Η επιβολή της τόσο στους Χριστιανούς
όσο και στους Μουσουλμάνους, είχε επανειλημμένα συμβάλει στη συνένωση Ελλήνων
και Τούρκων αγροτών σε κοινές εξεγέρσεις, όπως αυτή υπό τον Χαλίλ Αγά, του Γκιαούρ Ιμάμη, και
του Νικόλαου Θησέα που συνήθως πνίγονταν στο αίμα.
Ο Έλληνας πρόξενος στην Κύπρο Γ.Σ. Μενάρδος, στην
έκθεσή του που υπέβαλε το 1869 αναφερόμενος στο φόρο της δεκάτης γράφει:
...Και καταντᾷ συχνάκις, ὃταν ἡ ἐσοδεία ἀποτύχῃ, νά πωλῶσιν οἱ χωρικοί πᾶν ὃ,τι ἀπομένει μετά τήν καταστροφήν τῆς ἀκρίδος καί πάλιν νά μή ἐξαρκῇ εἰς πληρωμήν τῆς λεγομένης
δεκατείας, ἣτις τακτικῶς πωλεῖται διά γρ.
5.000.000. Ὁ ἂμεσος τύραννος καί
καταπιεστής τοῦ χωρικοῦ εἶναι ὁ ἐνοικιαστής τῶν δημοσίων προσόδων, ὁ κερδοσκόπος οὗτος τῶν ἱδρώτων τοῦ χωρικοῦ. Καταγράφει
τά γεννήματά του, ὃταν θέλῃ, ζητεῖ τό ἀνάλογον, ὃταν τῷ δόξῃ. ... Ὁ πρῶτος ἐν Κωνσταντινουπόλει ἀγοραστής διά
5.000.000 γρ. τῶν δεκατειῶν μεταπωλεῖ τό δικαίωμά του, ὁ δεύτερος ἀγοραστής κάμνει τό αὐτό, ὁ τρίτος ἐνοικιάζει, ὁ τέταρτος ὑπενοικιάζει καί ἐννοεῖται ὃτι ὃλοι ὠφελοῦνται. Σμῆνος ὑπαλληλίας δεκατιστῶν, σατραπικῶς διαιτωμένης, περιέρχονται
τά χωρία ἐξεταστικῶς, ἳνα ἀνακαλύψωσι τυχόν ἀποκρυβέντα γεννήματα καί ὠφεληθῶσί τι. Κυκεών καταντᾷ ὁ λαβύρινθος τῶν ἐνοικιάσεων, πωλήσεων
καί μεταπωλήσεων καί τῶν εἰδῶν τῆς πληρωμῆς τῶν δεκατιστῶν.
Ο τερματισμός της
Οθωμανοκρατίας δεν τερμάτισε, αλλά συνεχίστηκε από τους Άγγλους. Η δεκάτη
διατηρήθηκε μέχρι το 1926, οπότε καταργήθηκε και επιβαλλόταν μόνο στις
εξαγόμενες ποσότητες του βαμβακιού, του λιναρόσπορου,
του μαυρόκοκκου, της σταφίδας, του κατεργασμένου και ακατέργαστου μεταξιού και των χαρουπιών.
Για αντικατάσταση της απώλειας των εσόδων του κράτους από την κατάργηση της δεκάτης, η αγγλική κυβέρνηση της Κύπρου προέβη σε πιο δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση.
1932
- 1940 Αντωνάς Λιασίδης
Οι
εισπράκτορες ονομάζονταν Μαμούρηδες και κυκλοφορούσαν με άλογα, γυρνώντας
όλη την ύπαιθρο καταμετρώντας τη σοδειά του καθενός, και έπρεπε πρώτα να πάρουν
οι Άγγλοι το μερίδιο τους, και ύστερα ο
γεωργός είχε το δικαίωμα να μεταφέρει το υπόλοιπο γέννημα από τα χωράφια στο
σπίτι του.
Στις υποχρεώσεις του μουχτάρη, ήταν να τους φιλοξενά και να τους βοηθά στην είσπραξη των φόρων. Ο Αντωνάς Λιασίδης ως κοινοτάρχης ήταν φιλόξενος και τους εξυπηρετούσε. Όταν στις θέσεις αυτές διορίστηκαν Έλληνες, οι λεγόμενοι Μαμούρηδες (από τη λέξη μαμούρι που σήμαινε μικρός στην ηλικία, υπηρέτης του σπιτιού), ως κοινοτάρχης, έδωσε τη θέση αυτή στον αδελφό του Γιάννη Λιασίδη Πούρνελλο και στον υιό του Αντώνη Πούρνελλο (αργότερα Π/Αντώνη), και υστερότερα στον επίσης αδελφό του (από άλλο πατερά) Πιστέντη Χ’ Χαραλάμπους που ήταν άνθρωπος μεγαλόσωμος, και ο πιο δυνατός από όλο το χωριό σε σωματική δύναμη όπως ενθυμούνται οι γεροντότεροι και ως εκ του σωματότυπου του, η δουλειά του γινόταν πιο εύκολη, αλλά μη αντέχοντας την αδικία εις βάρος των γεωργών, παραιτήθηκε από τη θέση. Ήταν ο τελευταίος Μαμούρης γιατί η φορολογία της δεκατίας καταργήθηκε.
Για τη µέτρηση των
σιτηρών κατά την περίοδο που ίσχυε το φορολογικό µέτρο της ∆εκάτης χρησιµοποιούνταν
οι λεγόμενες αµπούστες ή κοίλον (κυλινδρικά δοχεία καταμέτρησης όγκου). Τη µέτρηση
αναλάµβανε αρµόδιος υπάλληλος, γνωστός ως Μαμούρης, που για κάθε δέκα δοχεία
από την παραγωγή, τοποθετούσε το ένα σε ξεχωριστό σάκο, για την αποπληρωµή του Φόρου.
Η χωρητικότητά του ισοδυναµούσε από οχτώ έως δώδεκα οκάδες, ανάλογα µε το είδος
και την ποιότητα των σιτηρών. Π.χ. µία αµπούστα µε σιτάρι, ζύγιζε δέκα οκάδες, ενώ
µε κριθάρι οχτώ.