Μικρό ημερολόγιο:
Πέρασα
μια ευχάριστη μέρα, όλη μέρα, με λίγη αλλά καλή παρέα. Φάγαμε, ήπιαμε, σεργιανήσαμε,
εκδράμαμε σε κοντινές αποστάσεις, απολαύσαμε δροσερό αγέρα σε κήπους πράσινους πάνω
από τη θάλασσα.
Και επέστρεψα
σπίτι πλήρως ικανοποιημένος. Βραδάκι πλέον, έκαμα το μπάνιο μου και αποφάσισα
να πάω να πιω ένα καφέ. Όμως καθώς κάθισα στο καφενείο και πριν παραγγειλω, ένιωσα
διαφορετικά. Το κεφάλι μου ζαλίστηκε, η αναπνοή μου έγινε γρήγορη και δεν με
αρκούσε, με έπιασε ναυτία, ένιωθα να μην έχω ισορροπία, μια αδυναμία με κυρίευσε,
και το χειρότερο, τα μάτια μου έκλειναν και ένιωθα μιαν υπνηλία να με κυριεύει.
Χωρίς
να παρήγγειλω καφέ, καβαλίκεψα το μηχανάκι μου και σαν υπνωτισμένος επέστρεψα σπίτι.
με κόπο ανέβηκα τα σκαλιά και ξάπλωσα στο κρεβάτι. Κοιμήθηκα βαθιά σαν πεθαμένος
και ξύπνησα ύστερα από δώδεκα ώρες, -ο ύπνος μου είναι περίπου πέντε, έξι ώρες-.
Ευτυχώς
με τον ξύπνιο μου ένιωσα καλά όπως πριν, αλλά πλέον μια ανησυχία έχω στον νου, ότι
κάποιο κακό μάτι με έχει βάλει στόχο. Γι αυτό άνοιξα το κομπιούτερ μου και κάθισα
να μελετήσω πώς να αποφεύγω το μάτιασμα, αλλά κυριότερα μήπως καταλάβω ποιος με
ματιάζει ώστε να τον αποφεύγω…