Μερικοί άνθρωποι γεννιούνται διαφορετικοί. Δεν ξέρουν τι είναι ζήλια, μίσος, αγένεια ή κακία. Ξέρουν μόνο να δίνουν αγάπη, -γιατί αγάπη έχουν μονάχα μέσα τους - σε ανθρώπους, ζώα, στη φύση.
Ο Χρύσανθος ήταν από φυσικού του
χαρούμενος και ανοιχτόκαρδος. Κατείχε μια σπουδαία θέση στη κυβέρνηση,
υπεύθυνος για την ύδρευση ολόκληρης της επαρχίας της Πάφου. Παράλληλα, με τη
βοήθεια της πιστής συζύγου του, καλλιεργούσε τα περιβόλια τους, και όλη τη
σοδειά την πουλούσε στον φίλο του, τον Κυριάκο. Οι δυο τους είχαν ταιριάξει
απόλυτα. Η φιλία τους ξεπερνούσε κατά πολύ τις επαγγελματικές συναλλαγές.
Έκαναν παρέα στο καφενείο, στη ταβέρνα του χωριού και οι οικογένειές τους
διατηρούσαν άριστες σχέσεις.
Μια μέρα το φορτηγό του Κυριάκου
κόλλησε στις λάσπες, φορτωμένο με αγγούρια και ντομάτες. Όσο και να προσπαθούσε
να το ξεκολλήσει, κάθε προσπάθεια το βύθιζε ακόμα πιο βαθιά στη λάσπη.
Αγαναχτισμένος και κουρασμένος, κατάλαβε ότι η μόνη λύση ήταν ο Χρύσανθος.
Ξεκίνησε πεζός προς την πλατεία
του χωριού, όπου υπήρχε ένας τηλεφωνικός θάλαμος. Κάλεσε τον φίλο του και η φωνή
του Χρύσανθου ακούστηκε ζεστή από την άλλη άκρη της γραμμής.
-«Μείνε εκεί που είσαι, του είπε. Έρχομαι αμέσως με το τρακτέρ της δουλειάς,
είμαι εδώ κοντά.
Μέσα σε λίγη ώρα, ο Χρύσανθος
εμφανίστηκε με δυο υπαλλήλους του, χαμογελαστός όπως πάντα, ακόμα και όταν η
λάσπη τον έπιασε στα πόδια του. Χωρίς να βαρηγκομούν, έδεσαν τα σχοινιά γύρω
από το φορτηγό και ο οδηγός τοτ τρακτέρ άρχισε να τραβάει. στον ήλιο που είχε
αρχίσει να δύει βάφοντας τον ουρανό πορτοκαλί, σιγά-σιγά, το φορτηγό άρχισε να
κινείται, ώσπου τελικά ξεκόλλησε και στάθηκε σταθερό πάνω στο στεγνό έδαφος.
Ο Κυριάκος χαρούμενος, και
νιώθοντας μια έκρηξη ευγνωμοσύνης, αγκάλιασε το φίλο του.
-Χρύσανθε, δεν ξέρω πώς θα τα κατάφερνα χωρίς εσένα,
ψιθύρισε συγκινημένος.
Ο Χρύσανθος χαμογέλασε απλώς.
-Μη με ευχαριστείς, φίλε μου, είπε. Τις χαρές και τις λύπες τις
μοιραζόμαστε, έκανα απλώς το καθήκον μου.
Τα νέα για το κολλημένο φορτηγό διαδόθηκαν γρήγορα. Οι κάτοικοι, κυρίως οι
γεωργοί, ανησυχούσαν. Θα ξεκολλούσε εύκολα; Θα προλάβαινε ο Κυριάκος να μαζέψει
την πραμάτεια τους καθώς έπεφτε το σκοτάδι;
Και το μικρό περιστατικό έγινε μεγάλο θέμα συζήτησης σε όλο το χωριό, όπου λίγα
πράγματα συνέβαιναν για να σχολιαστούν.
Καθώς επέστρεφαν ο χρύσανθος με
τον Κυριάκο, παρατήρησαν πως κάτι είχε αλλάξει στην ατμόσφαιρα. Οι κάτοικοι
βλέποντας τη φιλία και την αλληλεγγύη τους, ένιωθαν και αυτοί πιο ενωμένοι. Το
παράδειγμα του Χρύσανθου που έδινε χωρίς να περιμένει αντάλλαγμα, άρχισε να
αλλάζει σιγά-σιγά την καρδιά της μικρής κοινότητας.
Και έτσι, με έναν απλό χειρισμό
τρακτέρ και μια πράξη φιλίας, η αγάπη ενός ανθρώπου, άρχισε να διαδίδεται σαν
ήλιος που φωτίζει τις καρδιές όλων γύρω του.