Η επιχειρηματολογία την οποία επικαλούνται όσοι τάσσονται υπέρ της καύσης των νεκρών, είναι κυρίως η έλλειψη χώρου στα κοιμητήρια καθώς και οι λόγοι υγιεινής. Θεωρούν ότι μολύνεται το υπέδαφος με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλά μικρόβια.
Ο Χριστιανισμός όμως, είναι υπέρ της ταφής των νεκρών και η Εκκλησία δεν δέχεται την αποτέφρωση, διότι αντιβαίνει στα χρηστά και Χριστιανικά ήθη.
Εξ άλλου μπορούν να κατασκευαστούν οστεοφυλάκια που με την πάροδο μιας λογικής χρονικής περιόδου, να φυλάσσονται τα οστά. Αυτός ο τρόπος έχει εφαρμοστεί στο νέο κοιμητήριο της Χλώρακας, και αποδείχθηκε ένας καλός τρόπος που μπορεί να φιλοξενεί τους νεκρούς μας για εκατοντάδες χρόνια. Είναι ένας πρότυπος τρόπος, μια έξυπνη σκέψη που μπορεί να αποδώσει τα μέγιστα. Δεν πωλούνται οι τάφοι, παρά μόνο ενοικιάζονται. Όταν γεμίσει το κοιμητήριο, ανοίγονται οι τάφοι από την αρχή και τα οστά φυλάσσονται στο οστεοφυλάκιο το οποίον αν κάποτε γεμίσει και αυτό, μπορούν να θαφτούν όλα τα οστά σε κοινό τάφο, έτσι που ο κάθε ζώντας να ξέρει πού είναι ενταφιασμένοι οι δικοί του νεκροί για να μπορεί να κάμνει ένα τρισάγιο για τη μνήμη τους.
Άλλο επιχείρημά τους είναι το υψηλό κοστολόγιο και η εμπορευματοποίηση των τελετών και πιστεύουν ότι η καύση θα αποτελέσει την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας, ισχυρίζονται ακόμη, ότι τα νεκροταφεία είναι αιτίες και αφορμές για φαινόμενα τυμβωρυχίας και μαγείας.
Στα παλιά Χριστιανικά χρόνια η καύση των νεκρών θεωρείτο τιμωρία και ατίμωση, γι αυτό στο μεσαίωνα έκαιαν μονο τους μάγους και τις μάγισσες που εξασκούσαν μαύρη μαγεία ενάντια στη Χριστιανική θρησκεία. Εξάλλου τρανό παράδειγμα της θέλησης του Θεού, είναι ο ενταφιασμός και όχι η καύση του Θεανθρώπου και υιού του, Ιησού Χριστού.
Ενώ η ταφή προλέγει την ανάσταση των νεκρών και θεωρείται σύμβολο και ομολογία της πίστεως και της ελπίδας στην αθανασία της ψυχής, στην ανάσταση των νεκρών και στην αιώνια ζωή, η αποτέφρωση είναι σημάδι ότι τίποτα δεν μένει από τα κεκειμημένα σώματα που να ενισχύει αυτήν την πίστη. Όσοι επιθυμούν την αποτέφρωση αντί της ταφής, είναι φανερό ότι αντίκεινται στις διδασκαλίες του Χριστιανισμού, και θέλουν τις διδαχές περί αναστάσεως των νεκρών κατά τη δευτέρα παρουσία, να την παρουσιάσουν ως δοξασία.
Τα παλαιότερα χρόνια εκτός από τις Χριστιανικές διδασκαλίες περί της ταφής των νεκρών, τα υπόλοιπα φαινόμενα έδειχναν μια παρερμηνεία ότι τίποτα δεν μένει ύστερα από το θάνατο, αφου στο πέρασμα των αιώνων, καμία ένδειξη εκτός στις περιπτώσεις των αγίων, δεν υπήρξε που να ομολογεί περί του αντιθέτου. Εξ άλλου και η ίδια η θρησκεία μας το ομολογεί: «το σώμα διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθει»
Πρεπει να γνωρίζουμε όμως, ότι η νεκρώσιμος ακολουθία, εξηγεί από τη μια τη φυσική υπόσταση του ανθρώπινου σώματος το οποίο δημιουργήθηκε από την ύλη και την ανυπαρξία, καθώς και Θεολογικά εξηγά περί άφθαρτης και αιώνιας ζωής. Εξ άλλου, όλοι οι ψαλμοί ψάλλουν μονο για κεκοιμημένο κι όχι αποτεφρωμένο σώμα, ομολογώντας έτσι ότι η ταφή γίνεται και ως παρηγοριά για τους εναπομείναντες αγαπημένους ζωντανούς, έχοντας μ αυτό τον τρόπο παρηγοριά και ελπίδα για Παράδεισο, και φόβο για κόλαση, στοιχεία το πρώτο για χριστιανική ζωή, και ανασταλτικό το δεύτερο για κακές συμπεριφορές και δράσεις.
Η ταφή πρεπει να προτιμάται από την καύση, γιατί το ενταφιασμένο σώμα ως υπαρκτό θαμμένο πτώμα, γίνεται αφορμή για συνειδητοποίηση και υπόμνηση της ματαιότητας και της προσωρινότητας πανω στη γη του ζώντος ανθρώπου.
Διότι, είναι διαφορετικά οι άνθρωποι να βλέπουν το λείψανο και να γνωρίζουν ότι για πολλές πάρα πολλές δεκαετίες θα υπάρχουν τα οστά στο μνήμα, και διαφορετικά να βλέπουν ένα βαζάκι που περιέχει τέφρα μετά από την καύση του προσφιλούς προσώπου. Το κάψιμο είναι πλήρης αφανισμός μιας ζωντανής συνέχειας και μιας επικοινωνίας, την οποία όλοι μας έχουμε ανάγκη. Άλλωστε, τα οστά των νεκρών αποτελούν ανάμνηση της παρελθούσης ζωής και ενθύμησης της παρούσας, καθώς και υπόμνηση της μάλλουσας προοπτικής μας. Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα με την πρόοδο της επιστήμης που με την εξέταση DNA των οστών, βρίσκουν κληρονομικά στοιχεία του αποθανόντος κεκοιμημένου μετά των ζώντων, έτσι που να ταυτοποιούνται και να ξέρουμε εμείς οι ζωντανοί ότι και μετα θάνατον φέρουμε το στίγμα της ύπαρξης μας και τους περάσματος μας από τη ζωή.
Συμφωνώ λοιπόν με την Εκκλησία που αρνείται την καύση, διότι τοιουτοτρόπως αρνείται το ανθρώπινο τέλος και ομολογεί την αλήθεια για τη συνέχιση της αιώνιας ζωής μετά τον θάνατο. Εξ άλλου ποιά παρηγοριά πλέον θα μένει στους ζώντες συγγενείς του τεθνεώτος όταν δεν θα υπάρχει ένα μνήμα που να ξέρουν ότι μέσα κοιμάται το αγαπημένο τους πρόσωπο και να έχουν έτσι μια ελπίδα στην καρδιά ότι μετα θάνατον θα ξανασυναντηθούν; Είναι λοιπόν φανερό, όσοι αγαπούμε τους συγγενείς μας και τους φίλους μας, δεν θα πρεπει να αποδεχτούμε αυτά τα ξενόφερτα ήθη που θα αλλοτριώσουν τα δικά μας. Διότι είναι ήθη και κουλτούρες που προσπαθούν να μας επιβάλουν ξένα κέντρα αποφάσεων, ισως γιατί θέλουν να κάμψουν την πίστη μας στη θρησκεία μας, την μόνη που έμεινε να μας ενώνει ως Χριστιανικό λαό.