Ο ΧΛΩΡΑΚΑΣ ή η ΧΛΩΡΑΚΑ
Είναι κτισμένος στά βορειοδυτικά του Κτήματος και
σέ απόσταση 1½ αγγλικού μιλίου. Το όνομα
του έγινε γνωστό, όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά και στην Ελλάδα, γιατί εκεί αποβιβάστηκε
μια νύχτα του φθινοπώρου του 1954 ο Γεώργιος Γρίβας Διγενής, κι άρχισε την
οργάνωση της ΕΟΚΑ για την απελευθέρωση της Κύπρου.
Βρίσκεται σε μικρήν απόσταση από τη Θάλασσα και
είναι συνεχιστής παλαιοτέρων συνοικισμών που υπήρχαν στην περιοχή του κι
εξαφανίστηκαν στο πέρασμα των χρόνων. Τάφοι προχριστιανικοί με το όνομα
Ελληνόσπηλιοι και διάφορα αρχαιολογικά αντικείμενα, λίθινα εργαλεία, αξίνες,
θραύσματα αγγεία, τα οποία μπορεί κανείς να συναντήσει εδώ κι εκεί στην
επιφάνεια του εδάφους, μαρτυρούν πολύ παλαιόν συνοικισμό από τα μέσα τής 4ης χιλιετηρίδας
π.Χ.
Παράξενη όμως παραμένει η ονομασία του
συνοικισμού αυτού, για την οποίαν δεν ασχολήθηκαν οι ειδικοί μέχρι σήμερα. Αν
ονομάστηκε Χλώρακας από την πλούσια χλωρίδα (πρασινάδα) που υπήρχεν εκεί όταν
πρωτοκτίστηκε ο συνοικισμός, δεν είναι βέβαιο και μπορεί να θεωρηθεί η ετυμολογία
αυτή μάλλον παρετυμολογία, επειδή δέν συμφωνά με την προφορά. Αν η περιοχή ήταν
τέτοια ώστε να είναι καταπράσινη χειμώνα-καλοκαίρι, δέν θά μπορούσε να ονομαστεί
Χλώρακας (τόπος πρασινισμένος), αλλά Γλώρακας, (επειδή οί Κύπριοι λένε πάντα τό
χλωρό, γλωρόν). Αν πάλιν ήταν τόπος ανθοστόλιστος κι ονομαζόταν Φλώρακας, δεν
μπορεί κανείς να το αποδείξει. Όμως μπορεί να σχηματίστηκε το όνομα από το
Φλώρακας, γιατί τα φ στην Κυπριακή εναλλάσσεται μέ τα χ: χωράφι-φωράφι,
φορεί-χωρεί.
ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗ, Μερική ιστορία της Χλώρακας
Σύνοψη: Η
Χλώρακα είναι κτισμένη στα δυτικά της πόλης της Πάφου και ευρίσκεται σε
υψόμετρο 50 μέτρων από το γιαλό. Είναι τοποθετημένη σε οροπέδιο ως σε μπαλκόνι
με απεριόριστη θέα όλο τον ορίζοντα της θάλασσας που χάνεται στα βάθη του
πελάγου της Μεσογείου. Κάθε δείλι η θέα του ήλιου που χρυσίζει τα γαλανά νερά
της θάλασσας την ωρα που γέρνει να δύσει, είναι εξαιρετική και μοναδική .
Στην άλλη πλευρά έχει ολόκληρη βουνοσειρά
που στα ριζά της έκτισαν οι άνθρωποι από ανατολής μέχρι δύσης τα χωριά της
Έμπας, της Λέμπας και της Κισσόνεργας, ενώ από την γραφική πλατεία με το
μπόλικο πράσινο και τα γραφικά καφενεδάκια φαίνονται τα βαπόρια πανω στη γραμμή
του ορίζοντα που πλέουν και ταξιδεύουν πανω στην άκρη της θάλασσας.
Είναι ένας τόπος με όμορφες παραλίες και
έντονες αντιθέσεις. Με παλιά και μοντέρνα κτίρια, με φυσικό περιβάλλον,
με κουλτούρα που συνδυάζει Ελλάδα, Ευρώπη και Ανατολή, με πολλά ξενοδοχεία,
εστιατόρια, μπυραρίες, καφενεία, αλλά και με φιλόξενους κατοίκους. Έχει για
κύρια χαρακτηριστικά τις παραλίες με τους απόκρημνους βράχους, τα
κρυστάλλινα καταγάλανα νερά, και τις χρυσές αμμουδιές. Όλο το χωριό είναι
ένα μπαλκόνι στη Μεσόγειο με βραχώδεις πλαγιές, τρεμιθιές, δρύες, και
καταπράσινες λαγκαδιές . Είναι μια τέλεια τοποθεσία που ποτέ δε χάνει τη γοητεία
και τη θελκτικότατα της. Κουρνιασμένη στην δυτική γωνιά της Κύπρου είναι
ένα στολίδι με πολλη ιστορία και φημισμένους ανθρώπους.
Βρίσκουμε το όνομα της ως Χλώρακα σε
Βενετικούς χάρτες του 1400. Προφορικές όμως πληροφορίες μαρτυρούν ότι
παλαιότερα ονομαζοταν Πραστιόριζο ή Πρασκίουρο, που σημαίνει πράσινη ουρά, μια
εννοιολογία που προήρθε από το σχήμα που καταλάμβανε η σειρά των σπιτιών πανω
στην άκρια του οροπεδίου, ενώ στη βάση του είχε χώματα γόνιμα που βλάσταιναν
θεόρατοι δρύες, βελανιδιές και τρεμιθιές που σχημάτιζαν μια μακριά πράσινη
ουρά.
Οσο η κοινότητα πλήθαινε από κατοίκους, μη
θέλοντας να κτίσουν τα σπίτια τους και να χαλάσουν την εύφορη γη κάτω του
οροπεδίου την οποίαν καλλιεργούσαν, μετοίκιζαν σιγά προς τα πάνω, στο οροπέδιο
που η γη ήταν καυκάλλα και πανω της φύτρωνε αγρια βλάστηση κυρίως σχοινιές και
αρκόσσιηλλες και που ολόχρονα ήταν βλαστημένες, ήταν χλωρές. Ένεκα της χλωρής
καυκάλλας γης, έμεινε το ομώνυμο όνομα Χλώρακα.
Οι πρώτοι κάτοικοι ήσαν βοσκοί και
γεωργοί που έκτισαν τις μάντρες τους στις παρυφές του οροπεδίου για να
επιβλέπουν την θάλασσα όταν συνέβαιναν επιδρομές απο Πειρατές και
Σαρακηνούς, ωστε να έχουν τον καιρό να κρύβουν τα υπάρχοντα τους.
Για την ιστορία της κοινότητας
δεν έχουμε πληροφορίες που να μας παίρνουν σε βάθος χρόνου, καθ ότι κανείς δεν
άφησε γραπτά κείμενα και όσα είναι γνωστά, είναι από θύμισες γερόντων που και
αυτοί τα έμαθαν από λόγο σε λόγο.
Η πρώτη φορά που κατεγράφησαν
ολοκληρωμένες πληροφορίες για την κοινότητα ήταν το 2003 από τον συγγραφέα
Χρίστο Μαυρέση που σε μια καλογραμμένη έκδοση βιβλίου του με τίτλο «Χλώρακα
Ιστορική και Λαογραφική μελέτη», αποτέλεσε την πρώτη τεκμηριωμένη μελέτη και
καταγραφή της ιστορίας της Χλώρακας. Στην Ιστορική του επισκόπηση για το χωριό,
αναφέρει:
«Το χωριό Χλώρακα είναι συνεχιστής
παλαιότερων συνοικισμών που υπήρχαν στην περιοχή, όμως εξαφανίστηκαν με το
πέρασμα των χρόνων. Τάφοι προχριστιανικοί με το όνομα Ελληνόσπηλιοι και διάφορα
άλλα αρχαιολογικά αντικείμενα όπως λίθινα εργαλεία, αξίνες, θραύσματα αγγείων
τα οποία μπορούσε να συναντήσει κανείς εδώ κι εκεί στην επιφάνεια του εδάφους,
μαρτυρούν πολύ παλαιό συνοικισμό από τα μέσα της 4ης
χιλιετηρίδας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η εύφορη περιοχή του χωριού υπαγόταν
διοικητικά κατά την αρχαιότητα στο Βασίλειο της Πάφου. Βρέθηκαν επίσης ίχνη και
κατάλοιπα των Βυζαντινών και των Μεσαιωνικών χρόνων. Κατά την περίοδο της
Φραγκοκρατίας η Χλώρακα ήταν φέουδο. Κατά την περίοδο αυτή ίσως εγινε η
παραφθορά της αρχικής ονομασίας του χωριού».
Είναι φανερό ότι η ιστορία της
Χλώρακας ξεκινά από την λίθινη εποχή, όμως ίσως ήταν μικρό και ασήμαντο μέρος
για να ασχοληθεί κάποιος ιστορικός και να καταγράψει οτιδήποτε σχετικά με το
ιστορικό της.
Σε γραπτά κείμενα συναντάμε
καταγραμμένο από τον ηγούμενο Μαχαιρά Γρηγόρο το 1945, μια αναφορά για ένα περιστατικό
που συνέβηκε στα ανοιχτά της θάλασσας της Χλώρακας. Το 1810 ένα επιβατικό πλοίο
γεμάτο πλούσιους επιβάτες ταξίδευε για τους Αγίους Τόπους.
Έπιασε μεγαλη θαλασσοταραχή,
έπεσε στην ξέρα του «Φερφουρή», βούλιαξε και πνίγηκαν όλοι. «Φερφουρής» είναι κατά
άλλους η ξέρα ένα χιλιόμετρο στα ανοιχτά της παραθαλάσσιας περιοχής «Δήμμα» και
είναι καταγραμμένη στους επίσημους χάρτες της Κυπριακής Δημοκρατίας με αυτό το
όνομα, είναι οι ξέρες που σήμερα πανω τους είναι σφηνωμένο το πλοίο «‘Άγιος
Δημήτριος» και που αποτελεί σήμα κατατεθέν της Χλώρακας, που από τα βάθη του
πέλαου ή από ψηλά στον αέρα αεροπορικώς, μπορεί κάποιος να εντοπίσει και
να καταδείξει την Χλώρακα.
Κατά άλλους, είναι η
μικρή χερσόνησος στην παραθαλάσσια περιοχή της «Βρέξης» που στην
άκρη της μέσα στη θάλασσα υπάρχει σπηλιά, που όταν έχει τρικυμία τα κύματα
σκεπάζοντας την και ξεσκεπάζοντας της, συμπιέζουν τον αέρα μέσα στη σπηλιά και
δημιουργούν ένα θόρυβος όπως φφ, δηλαδή φερφουρίζει. Έτσι και ο βράχος αυτός
ονομάστηκε νησί του «Φερφουρή». Όταν συνέβαινε αυτό το φαινόμενο αλλά
ταυτόχρονα νότια της θάλασσας γέμιζε και κατέβαζε ο καιρός, τότε πάντα έβρεχε.
Γι αυτόν τον λόγο, πήρε η περιοχή την ονομασία 'Βρεξη". Περί της
τοπωνυμίας αυτής, βρίσκουμε σε δημοσίευμα στο περιοδικό "Πάφος"
έκδοσης 1942 από τον αρθρογράφο Χρ. Λίβα, να αναφέρει τα εξής:
«Άμα χτυπά το Φερφουρίν για
τρεις ώρες για τρεις ημέρες έσιει νερά. Η
λέξη Φερφουρίν είναι όνομα ενός άλλου νησιού που βρίσκεται προς την παραλια του
χωριού Χλωρακας. Η λέξη χτυπά αναφέρεται στον υπόκωφο κρότο της θάλασσας που
κάνει χτυπώντας προς τον Φερφουρίν. Η παρατήρηση αυτή γίνεται το φθινόπωρο προς
το χειμώνα, συνήθως νύχτα. Οι κάτοικοι της χαμηλής πιστεύουν ότι όταν αστράψει
από τη διεύθυνση του νησιού εκείνου θάρθη βροχή, το πολύ σε τρεις μέρες. Η
ορθότητα της παρατήρησης αυτής διαφαίνεται κι από την ακόλουθη. -Άμα αστράφτει συχνά το
Φερφουρίν, σε τρεις ώρες έχουμε νερά. Άμα αστράφτει αργά σε τρεις ημέρες.
Α ‘μμα στράφτει του Τσιύκκου αννίει ο τζιαιρός-. Η φράση του Τζιύκκου εδώ
εννοείται η διεύθυνση προς τη βουνοκορφή της μονής Κύκκου)».
Οι πληροφορίες για τις ρίζες
καταγωγής των κατοίκων οδηγούν έως τα μέσα του 18ουαιώνα
που καταδεικνύουν ότι ολόκληρη
η κοινότητα αποτελείται από απογόνους ορισμένων οικογενειών που συγγένεψαν
μεταξύ τους και από αυτούς προέρχονται όλοι ανεξαιρέτως οι σημερινοί κάτοικοι
της Χλώρακας. Οι οικογένειες αυτές που αποτέλεσαν τη βάση του αρχικού
γενεαλογικού δένδρου της σημερινής κοινότητας, είναι οι Χ’ Τσιυρκακός Σιαμμάς
(1840), Κωσταντής Πενταράς (1850 – ζούσαν πρόγονοι του στη Χλώρακα από το 1800,
αλλά το επίθετο Πενταρας ξεκινά με τον Κωνσταντή), Γιωρκής Κόμπος Ταπακούδης
(1860), Χριστόδουλος Αζίνας (1873), Χριστόδουλος Λαούρης και Ευστάθιος
Κυρηνέας, αδέρφια (1890)
Επίσης σε βιβλίο του ο Ιερώνυμος
Περιστιάνης «Ιστορία των Ελληνικών γραμμάτων», γράφει για τη Χλώρακα:
«Προ της Αγγλικής Κατοχής δεν έλειτούργησε
Κοινοτικόν Σχολείον, άλλ' ούτε καί ίδιωτικόν κοινοτικόν τοιούτον, και ο λόγος
είναι διότι ή κοινότης πρό της Κατοχής ήτο πολύ μικρά.
Ό Σοφοκλής Χατζή Γεωργίου, ετών 65 ο δούς
ημίν τας πληροφορίας, έμαθε τα Κοινά γράματα, ήτοι Παιδαγωγίαν, Οκτώηχον καί
Απόστολον παρα τω αδελφώ του Χριστοδούλω Χ' Γεωργίου φοιτών έν οικία του εν
ηλικία 12 ετών, ήτοι τω 1877. Εν καιρώ γεωργικών εργασιών ήκολούθει τον
διδάσκαλον εις τους αγρούς του και ο μαθητής καθήμενος εν τω μέσω του αγρού, εν
ω ο διδάσκαλος ησχολείτο, ανεγίγνωσκεν ή απεστήθιζε το μάθημα του και ό
διδάσκαλος διώρθωνε τα λάθη του. Εφοίτησεν ούτω επί 4 - 5 έτη ότε και ηδύνατο
να λέγη τον Απόστολον επ' εκκλησίας με το εκκλησιασηκόν ύφος. Άλλοι μαθηταί δεν
εφοίτησαν εις τον αδελφόν του. Δεν ενθυμείται άλλον να διδάξη εις σχολείον εν
τω χωρίω του, αλλ' όσοι εγνωριζον τα Κοινά εδίδασκον μόνον τους συγγενείς των».
Σήμερα η Χλώρακα δεν είναι όπως
παλιά. Οι τόποιγέμισαν με διαμερίσματα και ξενοδοχεία. Οι αγροί και τα χωράφια
εγκαταλειφθήκαν και το πράσινο των δένδρων έμεινε λιγοστό. Οι παραλίες γέμισαν
ξενοδοχεία και τα νερά της θάλασσας έγιναν γκρίζα από τα λύματα των ξενοδοχείων
που ρίχνονται σ αυτήν, ενώ η θαλάσσια χλωρίδα και η πανίδα καταστράφηκε
ανεπανόρθωτα.
Οι σημερινές γενιές μετά τον
΄74 ενώ παρέλαβαν αλώβητη παρθένα γη από τους πρόγονους τους, εχουν να
παραδώσουν στους απογόνους τους παραμορφωμένα τοπία γεμάτα τσιμεντένια κτίρια
και αποψιλωμένες από άγρια βλάστηση περιοχές.