Είναι ένας μικρός κολπίσκος μετά την περιοχή της Βρέξης, όπου το πέτρωμα
στο βυθό της θάλασσας είναι σε χρώμα μελανί, εξ ου και το όνομα, «Μελανούθκια».
Από το ίδιο πέτρωμα συνεχίζει να αποτελείται η στεριά μέχρι το ύψωμα πάνω από
τη θάλασσα, το οποίον κι αυτό ένεκα του εδάφους, ονομάζεται «Μέλανος».
Μια παλιά ιστορία περί αυτών των ονοματολογιών λέει πώς,
Η δουλεία υπήρξε θεσμός από τα αρχαία χρόνια σε όλους τους
πολιτισμούς του κόσμου, και πήγαζε από την ανάγκη εξεύρεσης εργατικού και αγροτικού
δυναμικού, καθώς και άλλων αναγκών. Η υποδούλωση των ανθρώπων θεωρείτο επί
δεκάδες αιώνες μια απόλυτα νόμιμη κατάσταση, κατά την οποία δούλοι ή σκλάβοι αντιμετωπίζονταν
ως αντικείμενα και η μεταχείριση τους στη σκληρή εργασία ήταν μέχρι θανάτου.
Έτσι λοιπόν, και η Κύπρος
δεν εξαιρέθηκε του κανόνος, και κατά τη διάρκεια των αιώνων, ο φτωχός πληθυσμός
ως υπόδουλοι κάτοικοι, υπήρξαν σκλάβοι. Καθώς όμως μικρός ο πληθυσμός, οι τσιφλικάδες
και οι ιδιοκτήτες των λατομείων του χαλκού, χρησιμοποιούσαν νέγρους σκλάβους τους
οποίους εφοδιάζονταν από δουλέμπορους που τους έφερναν με τα πλοία.
Στην Πάφο το φαινόμενο αυτό
παρατηρήθηκε να συμβαίνει εις μεγάλο βαθμό κατά τον 12ο αιώνα, όταν οι
Φράγκοι κατακτητές μοίρασαν τη γη σε φεουδάρχες, οι οποίοι ησχολήθησαν με την καλλιέργεια
ζαχαροκάλαμων και τεύτλων για την παραγωγή ζάχαρης την οποίαν εξήγαγαν στις γειτονικές
χώρες της Ευρώπης.
Στη Πάφο η περιοχή της Μάας
έως την Πέτρα του Ρωμιού, ήταν μια απέραντη πεδιάδα την οποίαν καλλιεργούσαν και
έσπερναν με τεύτλα μέχρι την εποχή των Ρηγάδων. Απόδειξη περί τούτου, αποτελεί
το αυλάκι της Ρήγαινας που τα απομεινάρια του ακόμα ευρίσκονται στη Χλώρακα,
και το οποίο χρησίμευε για να φέρνει νερό από τα λουτρά του Άδωνη, και να ποτίζεται
ο κάμπος από τη Χλώρακα μέχρι το κάστρο της Πάφου.
Στη Χλώρακα λοιπόν μια
παλιά εποχή, οι σκλάβοι ξεσηκώθηκαν να δραπετεύσουν μη αντέχοντας άλλο τη
σκληρή δουλεία. Γνωρίζοντας πώς θα βρουν το θάνατο με την εξέγερση τους, εντούτοις
προτίμησαν αυτού του είδους τη λύτρωση από την απάνθρωπη μεταχείριση που
τύχαιναν από τον αφέντη τους ο οποίος ήταν ένας πολύ σκληρός φεουδάρχης.
Τους κυνήγησε μέχρι το
ύψωμα που δεσπόζει πέρα από τον κάμπο, και εκεί τους κατάσφαξε όλους, θέλοντας
τοιουτοτρόπως να δώσει ένα παράδειγμα. Το αίμα έτρεξε ποτάμι και πότισε όλη τη
γη, και συνέχισε να ρέει μέχρι τη θάλασσα η οποία βάφτηκε με μελανί χρώμα όπως και
η γη που ποτίστηκε και χρωματίστηκε παίρνοντας όψη μελανή. Από τότε ο χερσαίος τόπος
της άγριας σφαγής, ονομάστηκε από τους ντόπιους Μέλανος και η θάλασσα Μελανούθκια,
καθώς η γη στη στεριά και στη θάλασσα, έμεινε βαμμένη σε χρώμα μελανί από το αίμα
των σκλάβων με το οποίο ποτίστηκε.