Από τη Δευτέρα ξεκινούν τα άγια Πάθη του Χριστού και είναι
αυτή η Μεγάλη μέρα αφιερωμένη στη μνήμη του Ιωσήφ του μικρού υιού του Ιακώβ, γιατί
η ιστορία του ομοιάζει με την δικήν του υιού του Θεού και αποτελεί προεικόνιση του Χριστού, καθώς και αυτός ως
αγαπητός υιός του Πατέρα του φθονήθηκε από τους δικούς του ανθρώπους τους Ιουδαίους,
και πουλήθηκε από τον Ιούδα τον μαθητή του για τριάντα αργύρια και κλείσθηκε
στο σκοτεινό λάκκο, τον τάφο.
Ο Ιωσήφ ο μικρότερος υιός του Ιακώβ φθονήθηκε από τα αδέλφια του που τον
έριξαν σ' ένα λάκκο και πληροφόρησαν τον πάτερα τους ότι τον κατασπάραξε ένα άγριο
θηρίο. Στη συνέχεια τον πούλησαν για τριάντα
αργύρια σε εμπόρους, οι οποίοι τον ξαναπούλησαν για τριάντα αργύρια στον αρχιμάγειρα
του βασιλιά της Αιγύπτου τον Πετεφρή.
Ως εύμορφο νέο τον ερωτεύθηκε η βασίλισσα,
αλλά αυτός αρνούμενος να πράξει ανήθικα, αυτή τον κατηγόρησε στον βασιλέα πως επεχείρησε
να την πλανέψει.
Ο Φαραώ πίστεψε τη σύζυγο του, και
φυλάκισε τον Ιωσήφ.
Κάποτε όμως ο Φαραώ είδε ένα παράξενο όνειρο που του έκανε εντύπωση, γι αυτό ζήτησε να του το εξηγήσουν.
Κάποτε όμως ο Φαραώ είδε ένα παράξενο όνειρο που του έκανε εντύπωση, γι αυτό ζήτησε να του το εξηγήσουν.
Με την πρόνοια του Θεού, μόνο ο Ιωσήφ
μπόρεσε να εξηγήσει ότι θα έλθουν στη χώρα χρόνια των επτά παχέων και επτά ισχνών
αγελάδων.
Εντυπωσιασμένος ο Φαραώ τον διόρισε άρχοντα,
όπου με σοφία διαχειρίστηκε την εξουσία και φρόντισε στα δύσκολα χρόνια της
πείνας όλο το λαό, μαζί και τα αδέρφια του που τα συγχώρεσε.
Έτσι λοιπόν, όπως ο Ιωσήφ πρώτος φθονήθηκε
και προδόθηκε από τα αδέρφια του κατά την Παλαιά Διαθήκη, έτσι και ο Χριστός όταν
κατέβηκε στη γη και ευεργέτησε με τη διδασκαλία του τους ανθρώπους, αυτοί τον πρόδωσαν
και τον σταύρωσαν κατά την Καινή Διαθήκη.